Krém στα ελληνικά
Μετάφραση: krém, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαστιγώνω, νικώ, κρέμα, μαστίζω, κρέμας, κρέμα γάλακτος, κρέμας γάλακτος, κρεμ
Μεταφράσεις
- krátky στα ελληνικά - κοντός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
- kráčať στα ελληνικά - περπατώ, σεργιανίζω, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε
- krémový στα ελληνικά - κρέμα, κρέμας, κρέμα γάλακτος, κρέμας γάλακτος, κρεμ
- krčení στα ελληνικά - πτυχή, τσάκιση, πτυχώσεως, πτύχωσης, τσαλακώνεται
Τυχαίες λέξεις
Krém στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαστιγώνω, νικώ, κρέμα, μαστίζω, κρέμας, κρέμα γάλακτος, κρέμας γάλακτος, κρεμ
Μεταφράσεις: μαστιγώνω, νικώ, κρέμα, μαστίζω, κρέμας, κρέμα γάλακτος, κρέμας γάλακτος, κρεμ