Množstvo στα ελληνικά

Μετάφραση: množstvo, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άφθονος, πλήθος, πολλοί, ποσότητα, πολλά, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα
Množstvo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mnohočlen στα ελληνικά - πολυώνυμο, πολυωνύμου, πολυωνυμικό, πολυωνυμική, πολυωνυμικού
  • mnou στα ελληνικά - με, εμένα, μου, μένα, μου να
  • mobilní στα ελληνικά - κινητός, κινητό, κινητά, κινητής, κινητών
  • moc στα ελληνικά - επίσης, δύναμη, κύρος, πολύς, εξουσία, πολλοί, πολύ, ...
Τυχαίες λέξεις
Množstvo στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άφθονος, πλήθος, πολλοί, ποσότητα, πολλά, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα