Ošetrovaní στα ελληνικά

Μετάφραση: ošetrovaní, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεραπεία, μεταχείριση, αγωγή, θεραπείας, επεξεργασία
Ošetrovaní στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • oční στα ελληνικά - οφθαλμικός, οφθαλμική, οφθαλμικής, οφθαλμικών, οφθαλμικές
  • ošemetný στα ελληνικά - αδέξιος, δύσκολη, αμήχανη, αδέξιο, αδέξια
  • ošetrovateľka στα ελληνικά - βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
  • ošklivosť στα ελληνικά - ασχημία, ασχήμια, την ασχήμια, ασχήμιας, ασκήμια
Τυχαίες λέξεις
Ošetrovaní στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεραπεία, μεταχείριση, αγωγή, θεραπείας, επεξεργασία