Odborný στα ελληνικά

Μετάφραση: odborný, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπειρογνώμονας, ειδικός, εμπειρογνώμων, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων
Odborný στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • odbor στα ελληνικά - ένωση, σωματειακός, τμήμα, υπηρεσία, Τμήματος, Υπουργείο, υπηρεσίας
  • odborník στα ελληνικά - επαγγελματικός, ειδικός, εμπειρογνώμων, επαγγελματίας, εμπειρογνώμονας, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, ...
  • odbočka στα ελληνικά - στροφή, παρέκβαση, υποκατάστημα, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου, κλάδος
  • odbyt στα ελληνικά - εκπτώσεις, πωλήσεις, των πωλήσεων, πωλήσεων, τις πωλήσεις, οι πωλήσεις
Τυχαίες λέξεις
Odborný στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμονας, ειδικός, εμπειρογνώμων, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων