Odložiť στα ελληνικά
Μετάφραση: odložiť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοξοδρομώ, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- odlišný στα ελληνικά - διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών
- odložení στα ελληνικά - αναβολή, αναβολής, την αναβολή, μετάθεση, η αναβολή
- odlíšiť στα ελληνικά - διάκριση, διακρίνουν, διακρίνει, διακρίνουμε, γίνει διάκριση
- odmena στα ελληνικά - έπαθλο, βραβείο, ανταμοιβή, ανταμοιβής, αμοιβή, επιβράβευση, τρίτων
Τυχαίες λέξεις
Odložiť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοξοδρομώ, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Μεταφράσεις: λοξοδρομώ, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως