Pruhovaný στα ελληνικά

Μετάφραση: pruhovaný, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ριγέ, ρίγες, με ριγέ, ριγωτό, ριγωτά
Pruhovaný στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • prudší στα ελληνικά - ευκρινέστερη, ευκρινέστερες, ευκρινείς, εντονότερη, έντονη
  • pruh στα ελληνικά - δρομάκι, λωρίδα, εκδύω, πάροδος, ράβδωση, γυμνώνω, λωρίδας, ...
  • pružina στα ελληνικά - άνοιξη, εκτινάσσομαι, αναπηδώ, ελατήριο, ελατηρίου, την άνοιξη, άνοιξης
  • pružnosť στα ελληνικά - ευκαμψία, ευελιξία, ευελιξίας, την ευελιξία, ελαστικότητα
Τυχαίες λέξεις
Pruhovaný στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ριγέ, ρίγες, με ριγέ, ριγωτό, ριγωτά