Rozprašovač στα ελληνικά
Μετάφραση: rozprašovač, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψεκάζω, ραντιστήρι, ψεκαστήρας, ψεκαστήρα, ατομοποιητή, atomizer, ατμοποίησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rozpočtový στα ελληνικά - προϋπολογισμού, του προϋπολογισμού, δημοσιονομικές, δημοσιονομικής, δημοσιονομική
- rozprava στα ελληνικά - συνέντευξη, διατριβή, πραγματεία, δημόσια συζήτηση, συζήτηση, συζήτησης, διάλογο, ...
- rozptyl στα ελληνικά - διασπορά, διασκόρπιση, σκέδασης, σκέδαση, σκεδασμού, διασκορπισμού
- rozptýlení στα ελληνικά - διασπορά, αναψυχή, περισπασμός, απόσπαση της προσοχής, διάσπαση της προσοχής, αποσπά την προσοχή, περισπασμό
Τυχαίες λέξεις
Rozprašovač στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψεκάζω, ραντιστήρι, ψεκαστήρας, ψεκαστήρα, ατομοποιητή, atomizer, ατμοποίησης
Μεταφράσεις: ψεκάζω, ραντιστήρι, ψεκαστήρας, ψεκαστήρα, ατομοποιητή, atomizer, ατμοποίησης