Rušení στα ελληνικά

Μετάφραση: rušení, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενόχληση, παρεμβολή, παρέμβαση, παρεμβολές, παρεμβολών, παρεμβολής
Rušení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ruční στα ελληνικά - μοχλός, παραδίνω, δείκτης, δίνω, χέρι, εγχειρίδιο, πλευρά, ...
  • ručník στα ελληνικά - πετσέτα, πετσετών, πετσέτες, πετσέτας, για πετσέτες
  • rušný στα ελληνικά - συνταρακτικός, απασχολημένος, γεμάτη, περιπετειώδη, πολυτάραχη, κουραστική, γεμάτη δραστηριότητες
  • ryba στα ελληνικά - ψάρι, ψάρια, ψαριών, ιχθύων, τα ψάρια
Τυχαίες λέξεις
Rušení στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενόχληση, παρεμβολή, παρέμβαση, παρεμβολές, παρεμβολών, παρεμβολής