Uspokojiť στα ελληνικά
Μετάφραση: uspokojiť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παροχή, προμήθεια, παρέχω, χορήγηση, ικανοποιώ, χορταίνω, ικανοποιούν, Ικανοποιήστε, να πείθει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- uspokojení στα ελληνικά - αρέσκεια, αυταρέσκεια, ικανοποίηση, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
- uspokojivý στα ελληνικά - ικανοποιητικός, ικανοποιητική, ικανοποιητικό, ικανοποιητικά, ικανοποιητικές
- usporiadať στα ελληνικά - κανονίζω, τακτοποιώ, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει
- uspávací στα ελληνικά - κοιμισμένος, ύπνου, ύπνο, τον ύπνο, στον ύπνο
Τυχαίες λέξεις
Uspokojiť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παροχή, προμήθεια, παρέχω, χορήγηση, ικανοποιώ, χορταίνω, ικανοποιούν, Ικανοποιήστε, να πείθει
Μεταφράσεις: παροχή, προμήθεια, παρέχω, χορήγηση, ικανοποιώ, χορταίνω, ικανοποιούν, Ικανοποιήστε, να πείθει