Ustavičný στα ελληνικά

Μετάφραση: ustavičný, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιάκοπος, συνεχής, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά
Ustavičný στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • uspávací στα ελληνικά - κοιμισμένος, ύπνου, ύπνο, τον ύπνο, στον ύπνο
  • ustanovení στα ελληνικά - μέριμνα, νομοθεσία, καταστατικό, προμήθεια, πρόβλεψη, πρόνοια, διάταξη, ...
  • ustrašený στα ελληνικά - μικρόψυχος, φοβισμένος, δειλός, άτολμος, άτολμους, ο άτολμος, δειλά
  • ustrnutí στα ελληνικά - αποβλάκωση, αποχαύνωση, στασιμότητα, στασιμότητας, η στασιμότητα, τη στασιμότητα, αποτελμάτωση
Τυχαίες λέξεις
Ustavičný στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιάκοπος, συνεχής, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά