Výcvik στα ελληνικά
Μετάφραση: výcvik, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προπονούμενος, εκπαίδευση, προπόνηση, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
Μεταφράσεις
- výchova στα ελληνικά - ανατροφή, αναπαραγωγή, μόρφωση, εκπαίδευση, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, ...
- výchovný στα ελληνικά - εκπαιδευτικός, εκπαιδευτικά, εκπαιδευτικό, εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικές
- výdaj στα ελληνικά - δαπάνες, έξοδα, δαπάνη, δαπανών, τις δαπάνες, δαπάνες που
- výdaje στα ελληνικά - δαπάνες, κόστος, κοστίζω, δαπάνη, έξοδα, εξόδων, δαπανών, ...
Τυχαίες λέξεις
Výcvik στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προπονούμενος, εκπαίδευση, προπόνηση, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
Μεταφράσεις: προπονούμενος, εκπαίδευση, προπόνηση, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση