Čára στα ελληνικά

Μετάφραση: čára, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επενδύω, παρατάσσω, ρυτίδα, συντρίβω, τρέχω, γραμμή, ραντίζω, Cara, Καρά, το Cara, Κάρα
Čára στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • čuti στα ελληνικά - ακούω, αισθάνομαι, νιώθω, αισθάνονται, αισθάνεστε, αισθανθείτε
  • čvrst στα ελληνικά - συμπαγής, δυνατός, στερεός, ανθεκτικό, και ανθεκτικό, εύρωστη
  • část στα ελληνικά - μερίδιο, χωρίζω, μερίδα
  • čím στα ελληνικά - τι, CIM, την CIM
Τυχαίες λέξεις
Čára στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επενδύω, παρατάσσω, ρυτίδα, συντρίβω, τρέχω, γραμμή, ραντίζω, Cara, Καρά, το Cara, Κάρα