Συντρίβω στα σλοβενικά

Μετάφραση: συντρίβω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
čára, lízat, ohromit, omráčit, Mljackanje, Porazov, squelch
Συντρίβω στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντρίβω

συντρίβω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, συντρίβω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • συντονίζω στα σλοβενικά - sladit, usklajuje, usklajevati, usklajujejo, koordinatni, uskladiti
  • συντονισμός στα σλοβενικά - usklajevanje, koordinacija, koordinacijo, usklajevanja, usklajenost
  • συντριπτικός στα σλοβενικά - drobljenje, drobljenja, drobljenju, drobljenjem, drobilnica
  • συντροφιά στα σλοβενικά - tovarištvo, druženje, družabništvo, družabnost, spremstvo
Τυχαίες λέξεις
Συντρίβω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: čára, lízat, ohromit, omráčit, Mljackanje, Porazov, squelch