Τρέχω στα σλοβενικά
Μετάφραση: τρέχω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
hitrost, utéci, čára, teči, rampage, divjanja, Bešnjenje, divjanja se, bes
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρέχω
παρέχω συνώνυμο, τρέχω και δεν φτάνω, τρέχω συνώνυμα, παρέχω κλίση, τρέχω ονειροκρίτης, τρέχω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, τρέχω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- τρέξιμο στα σλοβενικά - tek, teče, teka, vožnjo, vožnje
- τρέφω στα σλοβενικά - hraniti, feed, krma, krme, krmo
- τρήμα στα σλοβενικά - foramen
- τρία στα σλοβενικά - tri, trojka, trije, treh, tremi, v treh
Τυχαίες λέξεις
Τρέχω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: hitrost, utéci, čára, teči, rampage, divjanja, Bešnjenje, divjanja se, bes
Μεταφράσεις: hitrost, utéci, čára, teči, rampage, divjanja, Bešnjenje, divjanja se, bes