Enako στα ελληνικά

Μετάφραση: enako, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ίσος, ίσιος, το ίδιο, η ίδια, τα ίδια, την ίδια, ίδια
Enako στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • enajsti στα ελληνικά - ενδέκατος, ενδέκατη, ενδέκατο, ενδέκατης, ενδέκατου
  • enak στα ελληνικά - ίσος, ίσιος, το ίδιο, η ίδια, τα ίδια, την ίδια, ίδια
  • energičnost στα ελληνικά - σθεναρότητα, σθεναρότης, forcefulness, θέρμη, δυναμισμο
  • enkláva στα ελληνικά - θύλακες, θύλακες έξω από, θύλακες έξω, θυλάκους, θύλακες μέσα
Τυχαίες λέξεις
Enako στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ίσος, ίσιος, το ίδιο, η ίδια, τα ίδια, την ίδια, ίδια