Fenomenální στα ελληνικά

Μετάφραση: fenomenální, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκπληκτικός, φαινομενικός, Φαινομενική, πρωτοφανής, φαινομενικό, Phenomenal
Fenomenální στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fena στα ελληνικά - σκύλα, στεγνωτήριο, μαλλιών, Στεγνωτήρας, πιστολάκι για τα, στεγνωτήρα
  • fenol στα ελληνικά - φαινόλη, φαινόλης, της φαινόλης, Η φαινόλη, Phenol
  • fenomén στα ελληνικά - φαινόμενο, Phenomenon, το φαινόμενο, φαινόμενο της, Φαινομένου
  • ferit στα ελληνικά - φερρίτη, φερίτη, φερρίτης, σιδηρίτη, από φερρίτη
Τυχαίες λέξεις
Fenomenální στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκπληκτικός, φαινομενικός, Φαινομενική, πρωτοφανής, φαινομενικό, Phenomenal