Maso στα ελληνικά

Μετάφραση: maso, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σάρκα, κρέας, μάζα, μάζας, μαζικής, μαζική, μάζης
Maso στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • maskot στα ελληνικά - μασκότ, οι μασκότ, μασκότ της, τις μασκότ, μασκότ των
  • maslo στα ελληνικά - βούτυρο, βουτύρου, το βούτυρο, του βουτύρου, βούτυρο που
  • mast στα ελληνικά - αλοιφή, γράσο, λίπος, Grease, γράσου, Γράσα
  • mastnost στα ελληνικά - λιπαρότητα, λιπαρότητας, η λιπαρότητα, της λιπαρότητας
Τυχαίες λέξεις
Maso στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σάρκα, κρέας, μάζα, μάζας, μαζικής, μαζική, μάζης