Opel στα ελληνικά

Μετάφραση: opel, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στάχτη, της Opel, ΤΗΣ OPEL opel, η Opel, την Opel
Opel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • opat στα ελληνικά - ηγούμενος, Abbot, Ηγούμενο, ηγουμένου, Καθηγούμενος
  • opeci στα ελληνικά - ΟΠΕΚ, του ΟΠΕΚ, OPEC, ο ΟΠΕΚ, τον ΟΠΕΚ
  • opera στα ελληνικά - όπερα, Opera, Όπερας, την όπερα, Λυρική Σκηνή
  • operativní στα ελληνικά - Επιχειρησιακό, Επιχειρησιακά, Επιχειρησιακή, Επιχειρησιακές, Λειτουργικές
Τυχαίες λέξεις
Opel στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στάχτη, της Opel, ΤΗΣ OPEL opel, η Opel, την Opel