Puška στα ελληνικά
Μετάφραση: puška, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καραμπίνα, τουφέκι, όπλο, Rifle, τουφεκιών, το τουφέκι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pustošit στα ελληνικά - ερημώνω, ρημάζω, καταστρέφω, πανωλεθρία, ερήμωση, όλεθρο, τον όλεθρο, ...
- puč στα ελληνικά - Puč
- pádlo στα ελληνικά - κουπί, πτώση, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
- pádí στα ελληνικά - PADI, της PADI, την PADI
Τυχαίες λέξεις
Puška στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καραμπίνα, τουφέκι, όπλο, Rifle, τουφεκιών, το τουφέκι
Μεταφράσεις: καραμπίνα, τουφέκι, όπλο, Rifle, τουφεκιών, το τουφέκι