Strop στα ελληνικά

Μετάφραση: strop, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταβάνι, οροφή, οροφής, Ανώτατο όριο, όριο
Strop στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • strojní στα ελληνικά - μηχάνημα, Strojní
  • strojník στα ελληνικά - μηχανουργός, machinists, τους μηχaνουργούς νa, τους μηχaνουργούς, μηχανολόγους
  • stropní στα ελληνικά - οροφή, ταβάνι, οροφής, Ανώτατο όριο, όριο
  • struktura στα ελληνικά - σκελετός, δομή, δομής, διάρθρωση, κατασκευή, διάρθρωσης
Τυχαίες λέξεις
Strop στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταβάνι, οροφή, οροφής, Ανώτατο όριο, όριο