Termín στα ελληνικά

Μετάφραση: termín, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χουρμάς, τρίμηνο, όρος, ημερομηνία, διορία, termin
Termín στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • teriér στα ελληνικά - τερριέ, Terrier, τεριέ, τεριέ της, τεριέ του
  • termit στα ελληνικά - τερμίτης, Termit
  • teror στα ελληνικά - τρόμος, τρόμου, Terror, Τρομοκρατίας, Τρομοκρατία
  • terorista στα ελληνικά - τρομοκράτης, τρομοκρατικές, τρομοκρατικών, τρομοκρατίας, της τρομοκρατίας
Τυχαίες λέξεις
Termín στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χουρμάς, τρίμηνο, όρος, ημερομηνία, διορία, termin