Όρος στα σλοβενικά
Μετάφραση: όρος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
subjekt, dohoda, termín, gora, nasadit, izraz, pojem, mandat, čas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρος
όρος των ελαιών, όρος πατέρας, όρος καλλίδρομο, όρος της αφροδίτης, όρος θαβώρ, όρος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, όρος στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- όριο στα σλοβενικά - meja, omejitev, mejna, limit, mejo
- όρκος στα σλοβενικά - klení, zaklení, prisega, prisego, zaprisega, prisege
- όροφος στα σλοβενικά - dno, pod, tla, nadstropje, nadstropju, talna, talno
- όσιος στα σλοβενικά - blagoslovljeni, Blessed, Blagoslovljen, blagoslovljena, blagoslovljeno
Τυχαίες λέξεις
Όρος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: subjekt, dohoda, termín, gora, nasadit, izraz, pojem, mandat, čas
Μεταφράσεις: subjekt, dohoda, termín, gora, nasadit, izraz, pojem, mandat, čas