Ödelägga στα ελληνικά
Μετάφραση: ödelägga, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ερημώνω, καταστρέφω, ρημάζω, καταστρέψει, να καταστρέψει, αφανίσει
Μεταφράσεις
- ö στα ελληνικά - νησάκι, νησί, ΝΗΣΙ, ΝΗΣΙΑ, ISLAND, ΝΗΣΙΟΥ
- öde στα ελληνικά - μοίρα, ειμαρμένη, πεπρωμένο, το πεπρωμένο, πεπρωμένου, τη μοίρα
- ödla στα ελληνικά - σαύρα, σαύρας, σαυρών, σαύρες
- ödmjuk στα ελληνικά - ταπεινός, ταπεινή, ταπεινό, την ταπεινή, ταπεινοί
Τυχαίες λέξεις
Ödelägga στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ερημώνω, καταστρέφω, ρημάζω, καταστρέψει, να καταστρέψει, αφανίσει
Μεταφράσεις: ερημώνω, καταστρέφω, ρημάζω, καταστρέψει, να καταστρέψει, αφανίσει