Ρημάζω στα σουηδικά

Μετάφραση: ρημάζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ödelägga, härja, härjar, kunna ödelägga, hemsöka
Ρημάζω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρημάζω

τρομάζω συνώνυμα, ρημάζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, ρημάζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ρευστότητα στα σουηδικά - likviditet, likviditets, likviditeten, likviditets-
  • ρεύμα στα σουηδικά - nuvarande, bäck, vik, ström, aktuella, aktuell
  • ρητά στα σουηδικά - uttryckligen, explicit, tydligt, som uttryckligen, det uttryckligen
  • ρητό στα σουηδικά - ordspråk, säger, säga, att säga, sade, ordstäv
Τυχαίες λέξεις
Ρημάζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ödelägga, härja, härjar, kunna ödelägga, hemsöka