Ansikte στα ελληνικά

Μετάφραση: ansikte, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύρος, αντιμετωπίζω, αντικρίζω, πρόσωπο, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό
Ansikte στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anseende στα ελληνικά - φήμη, τη φήμη, φήμης, η φήμη, φήμη της
  • ansenlig στα ελληνικά - αρκετός, αξιόλογος, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά
  • ansjovis στα ελληνικά - αντσούγιες, αντζούγιες, γαύρους, γαύρο, τους γαύρους
  • anskaffa στα ελληνικά - προμηθεύονται, προμήθεια, προμηθευτούν, την προμήθεια, προμηθευτεί
Τυχαίες λέξεις
Ansikte στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύρος, αντιμετωπίζω, αντικρίζω, πρόσωπο, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό