Aversion στα ελληνικά
Μετάφραση: aversion, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιπάθεια, αντιπαθώ, αποστροφή, αποστροφής, Aversion, αποστροφή στις, η αποστροφή
Μεταφράσεις
- avel στα ελληνικά - αναπαραγωγή, αναπαραγωγής, εκτροφή, εκτροφής, την αναπαραγωγή
- avenbok στα ελληνικά - γαύρος, γαύρο, καρπίνου, γαύρου, ο γαύρος
- avfall στα ελληνικά - απόβλητα, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, τα απόβλητα
- avfolka στα ελληνικά - ερημώνω, ερημώ, ερήμωσης και αποπληθυσμού της, μειώνω τον πληθυσμό, ερήμωσης και αποπληθυσμού
Τυχαίες λέξεις
Aversion στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιπάθεια, αντιπαθώ, αποστροφή, αποστροφής, Aversion, αποστροφή στις, η αποστροφή
Μεταφράσεις: αντιπάθεια, αντιπαθώ, αποστροφή, αποστροφής, Aversion, αποστροφή στις, η αποστροφή