Avhållsam στα ελληνικά

Μετάφραση: avhållsam, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκρατής, λιτός, φειδωλός, αποχή, αποχής, απείχαν, σε αποχή
Avhållsam στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • avhängig στα ελληνικά - εξαρτώμενος, εξαρτώνται, εξαρτάται από, εξαρτώνται από, εξαρτώμενη
  • avhålla στα ελληνικά - αναχαιτίζω, αποφεύγουν, απέχουν, απόσχουν, να μην, να απέχουν
  • avi στα ελληνικά - συμβουλή, σε avi, Ανί
  • avkastning στα ελληνικά - σοδειά, εισόδημα, απολαβή, παραγωγή, έσοδο, απόδοση, απόδοσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Avhållsam στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκρατής, λιτός, φειδωλός, αποχή, αποχής, απείχαν, σε αποχή