Avkastning στα ελληνικά
Μετάφραση: avkastning, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σοδειά, εισόδημα, απολαβή, παραγωγή, έσοδο, απόδοση, απόδοσης, αποδόσεων, απόδοσις, αποδόσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- avhållsam στα ελληνικά - εγκρατής, λιτός, φειδωλός, αποχή, αποχής, απείχαν, σε αποχή
- avi στα ελληνικά - συμβουλή, σε avi, Ανί
- avkomling στα ελληνικά - επίγονος, απόγονος, απόγονο, απογόνου, απόγονου, απόγονός
- avkomma στα ελληνικά - απόγονοι, απογόνους, απογόνων, των απογόνων, οι απόγονοι
Τυχαίες λέξεις
Avkastning στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σοδειά, εισόδημα, απολαβή, παραγωγή, έσοδο, απόδοση, απόδοσης, αποδόσεων, απόδοσις, αποδόσεως
Μεταφράσεις: σοδειά, εισόδημα, απολαβή, παραγωγή, έσοδο, απόδοση, απόδοσης, αποδόσεων, απόδοσις, αποδόσεως