Bedöva στα ελληνικά

Μετάφραση: bedöva, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποβλακώνω, Εκπληκτική, Αναισθητοποίηση, εντυπωσιακό, το εντυπωσιακό, αναισθητοποίησης
Bedöva στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bedröva στα ελληνικά - θλίβομαι, πενθώ, θρηνώ
  • bedöma στα ελληνικά - δικάζω, αποτιμώ, αξιολογώ, εκτιμώ, υπολογίζω, κριτής, εκτίμηση, ...
  • bedövning στα ελληνικά - αναισθησία, αναισθησίας, την αναισθησία, χορήγησης αναισθητικών, αναισθησία με
  • befallning στα ελληνικά - υπαγορεύω, εντολή, εντολών, εντολής, διοίκηση, χειρισμού
Τυχαίες λέξεις
Bedöva στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποβλακώνω, Εκπληκτική, Αναισθητοποίηση, εντυπωσιακό, το εντυπωσιακό, αναισθητοποίησης