Besk στα ελληνικά

Μετάφραση: besk, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πικρός, δριμύς, πικρή, πικρό, πικρές, πικρά
Besk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • besitta στα ελληνικά - έχω, κατέχω, της], έχε, έχουν, κατέχουν, διαθέτουν, ...
  • besittning στα ελληνικά - ιδιοκτησία, κατοχή, κατοχής, της κατοχής, διαθέτει, την κατοχή
  • beskaffenhet στα ελληνικά - φύση, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
  • beskatta στα ελληνικά - φορολογώ, προβληματίζω, φόρος, φορολογία, φορολόγηση, φορολόγησης, φορολογήσεως, ...
Τυχαίες λέξεις
Besk στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πικρός, δριμύς, πικρή, πικρό, πικρές, πικρά