Funktion στα ελληνικά

Μετάφραση: funktion, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λειτουργία, δεξίωση, λειτουργώ, λειτουργίας, συνάρτηση, τη λειτουργία, η λειτουργία
Funktion στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fullvuxen στα ελληνικά - ενήλικας, ενήλικος, Καλλιεργείται, Καλλιεργούνται, Grown, που καλλιεργούνται, μεγαλώσει
  • fundera στα ελληνικά - αναχαράζω, σταθμίζω, αναμετρώ, συλλογίζομαι, ζυγιάζω, αναλογιστούν, σκεφτείς, ...
  • fuska στα ελληνικά - κλέβω, ζαβολιάρης, φενακίζω, απάτη, εξαπατήσει, εξαπατήσουν, εξαπατούν, ...
  • fynd στα ελληνικά - ανακάλυψη, ευρήματα, διαπιστώσεις, πορίσματα, τα ευρήματα, συμπεράσματα
Τυχαίες λέξεις
Funktion στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λειτουργία, δεξίωση, λειτουργώ, λειτουργίας, συνάρτηση, τη λειτουργία, η λειτουργία