Gap στα ελληνικά

Μετάφραση: gap, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάσμα, στόμιο, κενό, στόμα, χάσματος, διάκενο, διαφορά
Gap στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gammal στα ελληνικά - παλαιός, γέρικος, γέρος, παλιός, παλιά, παλιό, παλαιά
  • ganska στα ελληνικά - νισάφι, αρκετά, πολύ, εντελώς, απολύτως, είναι αρκετά
  • gapa στα ελληνικά - χασμουρητό, ατενίζω, χασμουριέμαι, χάσκω, χαίνω, χασμώμαι
  • garage στα ελληνικά - γκαράζ, στάθμευσης, συνεργείο, του γκαράζ
Τυχαίες λέξεις
Gap στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάσμα, στόμιο, κενό, στόμα, χάσματος, διάκενο, διαφορά