Στόμα στα σουηδικά
Μετάφραση: στόμα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mun, gap, munnen, klöv, mynningen, mynning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στόμα
στόμα του λύκου, στόμα με στόμα, στόμα ραψε, στόμα στεγνό, στόμα γεμάτο χώμα, στόμα λεξικό γλώσσας σουηδικά, στόμα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στόκος στα σουηδικά - kitt, spackel, putty
- στόλος στα σουηδικά - flotta, flottan, flott
- στόμιο στα σουηδικά - gap, öppning, mun, munnen, klöv, mynningen, mynning
- στόχος στα σουηδικά - mål, målet
Τυχαίες λέξεις
Στόμα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: mun, gap, munnen, klöv, mynningen, mynning
Μεταφράσεις: mun, gap, munnen, klöv, mynningen, mynning