Στόμιο στα σουηδικά
Μετάφραση: στόμιο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gap, öppning, mun, munnen, klöv, mynningen, mynning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στόμιο
στόμιο λάρισας, στόμιο λάρισας καμπινγκ, στόμιο κύμης, στόμιο κίσσαβοσ, στόμιο κονίτσησ, στόμιο λεξικό γλώσσας σουηδικά, στόμιο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στόλος στα σουηδικά - flotta, flottan, flott
- στόμα στα σουηδικά - mun, gap, munnen, klöv, mynningen, mynning
- στόχος στα σουηδικά - mål, målet
- στύβω στα σουηδικά - krama, klämma, squeeze, Pressa, Pressa samman, Kläm, i Squeeze
Τυχαίες λέξεις
Στόμιο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: gap, öppning, mun, munnen, klöv, mynningen, mynning
Μεταφράσεις: gap, öppning, mun, munnen, klöv, mynningen, mynning