Grämelse στα ελληνικά
Μετάφραση: grämelse, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έννοια, ανησυχώ, ταπείνωση, νέκρωση, απονέκρωση, τη θανάτωση, εξαγνισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gräl στα ελληνικά - σειρά, καυγαδίζω, διαπληκτίζομαι, φιλονικία, διαφορά, διένεξη, κωπηλατώ, ...
- gräla στα ελληνικά - καυγάς, διαφωνώ, διαπληκτίζομαι, φιλονικία, επιχειρηματολογώ, διένεξη, καυγαδίζω, ...
- gränd στα ελληνικά - σοκάκι, λωρίδα, πάροδος, δρομάκι, αίθουσα, αλέα, alley
- gräns στα ελληνικά - σύνορο, όριο, οριακός, μεθόριος, δεμένος, περιορίζω, ρέλι, ...
Τυχαίες λέξεις
Grämelse στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έννοια, ανησυχώ, ταπείνωση, νέκρωση, απονέκρωση, τη θανάτωση, εξαγνισμού
Μεταφράσεις: έννοια, ανησυχώ, ταπείνωση, νέκρωση, απονέκρωση, τη θανάτωση, εξαγνισμού