Ingripa στα ελληνικά
Μετάφραση: ingripa, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρεμβαίνω, επεμβαίνω, παρέμβει, παρεμβαίνει, παρεμβαίνουν, να παρέμβει, παρέμβουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ingenting στα ελληνικά - τίποτα, τίποτε, τίποτα δεν, δεν, καμία
- ingrediens στα ελληνικά - συστατικό, συστατικού, συστατικών, ουσία, Ingredient
- ingång στα ελληνικά - λήμμα, καταχώρηση, προσπέλαση, πρόσβαση, είσοδος, είσοδο, Η είσοδος, ...
- inhemsk στα ελληνικά - γηγενής, ιθαγενής, οικιακός, κατοικίδιος, ντόπιος, εγχώριων, εγχώριες, ...
Τυχαίες λέξεις
Ingripa στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρεμβαίνω, επεμβαίνω, παρέμβει, παρεμβαίνει, παρεμβαίνουν, να παρέμβει, παρέμβουν
Μεταφράσεις: παρεμβαίνω, επεμβαίνω, παρέμβει, παρεμβαίνει, παρεμβαίνουν, να παρέμβει, παρέμβουν