Instifta στα ελληνικά
Μετάφραση: instifta, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεσπίζω, επιβάλλω, ινστιτούτο, ίδρυμα, Ινστιτούτου, Institute, ιδρύματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inspelning στα ελληνικά - ηχογράφηση, ηχοληψία, εγγραφή, εγγραφής, καταγραφή, καταγραφής, ελέγχου
- installera στα ελληνικά - εγκαθιστώ, τοποθετώ, εγκαθιδρύω, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, ...
- instinkt στα ελληνικά - ένστικτο, το ένστικτο, ένστικτό, το ένστικτό, ενστίκτου
- institut στα ελληνικά - επιβάλλω, θεσπίζω, ινστιτούτα, ιδρύματα, ινστιτούτων, ιδρυμάτων, κέντρα
Τυχαίες λέξεις
Instifta στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεσπίζω, επιβάλλω, ινστιτούτο, ίδρυμα, Ινστιτούτου, Institute, ιδρύματος
Μεταφράσεις: θεσπίζω, επιβάλλω, ινστιτούτο, ίδρυμα, Ινστιτούτου, Institute, ιδρύματος