Invända στα ελληνικά
Μετάφραση: invända, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιτείνω, αντικείμενο, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inverkan στα ελληνικά - επενεργώ, επιρροή, επενέργεια, αντίκτυπος, επίπτωση, επιπτώσεις, επιπτώσεων, ...
- investera στα ελληνικά - εξουσιοδοτούμαι, επενδύω, διορίζομαι, επενδύσει, επενδύουν, επενδύσουν, επενδύει, ...
- invärtes στα ελληνικά - εσωτερικός, μέσα, εσωτερικώς, σπλαχνικού, σπλαχνικό, σπλαγχνική, σπλαχνική, ...
- invånare στα ελληνικά - μόνιμος, κάτοικος, κατοίκους, κάτοικοι, κατοίκων, οι κάτοικοι, τους κατοίκους
Τυχαίες λέξεις
Invända στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιτείνω, αντικείμενο, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της
Μεταφράσεις: αντιτείνω, αντικείμενο, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της