Just στα ελληνικά

Μετάφραση: just, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόλις, ακριβώς, διορθώνω, σωστός, δίκαιος, m, μ, πι, μέτρα, εκ
Just στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • juridik στα ελληνικά - νόμος, νόμου, νόμο, Δίκαιο, Δικαίου
  • jurist στα ελληνικά - δικηγόρος, συνήγορος, συμβουλή, Σύμβουλος, Counsel
  • justering στα ελληνικά - στέγαση, ρύθμιση, κατάλυμα, προσαρμογή, προσαρμογής, ρύθμισης, αναπροσαρμογή
  • juvel στα ελληνικά - κόσμημα, πετράδι, στολίδι, κοσμήματος, κοσμημάτων
Τυχαίες λέξεις
Just στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόλις, ακριβώς, διορθώνω, σωστός, δίκαιος, m, μ, πι, μέτρα, εκ