Lanterna στα ελληνικά

Μετάφραση: lanterna, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φανάρι, φανός, φαναράκι, φανού, φαναριού, φανό
Lanterna στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lantbruk στα ελληνικά - γεωργία, Γεωργίας, της γεωργίας, η γεωργία, τη γεωργία
  • lantbrukare στα ελληνικά - αγρότης, αγρότες, οι αγρότες, τους αγρότες, γεωργούς, γεωργοί
  • lantlig στα ελληνικά - αγροτικός, χώρα, χώρας, χωρών, τη χώρα, χώρες
  • lapp στα ελληνικά - γλιστρώ, γλίστρημα, παραδρομή, μπάλωμα, ολίσθημα, κηλίδα, έμπλαστρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Lanterna στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φανάρι, φανός, φαναράκι, φανού, φαναριού, φανό