Lassa στα ελληνικά

Μετάφραση: lassa, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φορτίζω, ζαλίκι, γεμίζω, Lassa, Λάσσα, της Λάσσα, οι Lassa
Lassa στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • larv στα ελληνικά - κάμπια, προνύμφη, προνύμφης, προνύμφες, νύμφη
  • lass στα ελληνικά - ζαλίκι, γεμίζω, φορτίζω, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, ...
  • last στα ελληνικά - ανηθικότητα, φορτώνω, γεμίζω, ζαλίκι, κακία, φορτίο, φορτίζω, ...
  • lasta στα ελληνικά - φορτίζω, γεμίζω, ζαλίκι, κατηγορία, φροντίδα, φορτίο, φορτίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Lassa στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φορτίζω, ζαλίκι, γεμίζω, Lassa, Λάσσα, της Λάσσα, οι Lassa