Lasta στα ελληνικά

Μετάφραση: lasta, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φορτίζω, γεμίζω, ζαλίκι, κατηγορία, φροντίδα, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Lasta στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lassa στα ελληνικά - φορτίζω, ζαλίκι, γεμίζω, Lassa, Λάσσα, της Λάσσα, οι Lassa
  • last στα ελληνικά - ανηθικότητα, φορτώνω, γεμίζω, ζαλίκι, κακία, φορτίο, φορτίζω, ...
  • lastbil στα ελληνικά - φορτηγό, φορτηγών, όχημα, οχήματος, φορτηγού
  • lat στα ελληνικά - νωχελής, μαλθακός, αργόσχολος, τεμπέλης, αδρανής, νωθρός, άνεργος, ...
Τυχαίες λέξεις
Lasta στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φορτίζω, γεμίζω, ζαλίκι, κατηγορία, φροντίδα, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων