Möta στα ελληνικά

Μετάφραση: möta, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συναντώ, συνάντηση, πρόσωπο, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό
Möta στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mörkna στα ελληνικά - αμαυρώνω, σκουραίνει, σκουρύνει, σκουραίνουν, σκουρύνετε
  • mössa στα ελληνικά - σκούφος, θήκη, τραγιάσκα, καπέλο, το καπέλο, καπέλων, καπέλου, ...
  • möte στα ελληνικά - αναμέτρηση, διορισμός, σύγκληση, ραντεβού, σύνοδος, συνάντηση, ορισμός, ...
  • möter στα ελληνικά - αναμέτρηση, συναντώ, συνάντηση, πρόσωπο, προσώπου, πρόσωπό, όψη, ...
Τυχαίες λέξεις
Möta στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συναντώ, συνάντηση, πρόσωπο, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό