Menig στα ελληνικά

Μετάφραση: menig, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιωτικός, φαντάρος, ιδιαίτερος, εκκλησίασμα, σύναξη, συναγωγής, μαρτυρίου, συνάθροιση
Menig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mena στα ελληνικά - υποθέτω, σκέπτομαι, εικασία, υπολογίζω, νομίζω, μαντεύω, σκέφτομαι, ...
  • mened στα ελληνικά - ψευδορκία, ψευδορκίας, της ψευδορκίας, για ψευδορκία, επιορκία
  • mening στα ελληνικά - αίσθημα, έννοια, εισάγω, άποψη, καταδικάζω, γνώμη, σημασία, ...
  • meningslös στα ελληνικά - ανόητος, παράλογος, χωρίς νόημα, νόημα, νοήματος, ανούσια, άνευ σημασίας
Τυχαίες λέξεις
Menig στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιωτικός, φαντάρος, ιδιαίτερος, εκκλησίασμα, σύναξη, συναγωγής, μαρτυρίου, συνάθροιση