Omedelbart στα ελληνικά
Μετάφραση: omedelbart, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμέσως, άμεσα, άμεση, πάραυτα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- omdöme στα ελληνικά - γνώμη, άποψη, γνωμάτευση, ανασκόπηση, αναθεώρηση, κριτική, Αξιολόγηση, ...
- omedelbar στα ελληνικά - ωθώ, στιγμιαίος, στιγμή, γρήγορος, υποκινώ, άμεσος, άμεση, ...
- omelett στα ελληνικά - ομελέτα, ομελέτας, ομελέτες, ομελετών
- omfamna στα ελληνικά - αγκαλιάζω, αγκάλιασμα, αγκαλιάσει, αγκαλιάζουν, αγκαλιάσουν, αγκαλιά
Τυχαίες λέξεις
Omedelbart στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμέσως, άμεσα, άμεση, πάραυτα
Μεταφράσεις: αμέσως, άμεσα, άμεση, πάραυτα