Αμέσως στα σουηδικά
Μετάφραση: αμέσως, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
omedelbart, genast, direkt, omgående, omedelbart under
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμέσως
αμέσως συνώνυμα, αμέσως μετά τη σύλληψη, αμέσως άμεσα, αμέσως βικιλεξικο, αμέσωσ στα αγγλικά, αμέσως λεξικό γλώσσας σουηδικά, αμέσως στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αμέλεια στα σουηδικά - försumma, oaktsamhet, vårdslöshet, försumlighet, försummelse, försummelser
- αμέριμνος στα σουηδικά - sorglös, lättsam, lättsamma, lättsamt, bekymmerslös
- αμίαντος στα σουηδικά - asbest, av asbest, asbesten
- αμαθής στα σουηδικά - okunnig, unlearned, olärd, olärda, olärde, okunniga
Τυχαίες λέξεις
Αμέσως στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: omedelbart, genast, direkt, omgående, omedelbart under
Μεταφράσεις: omedelbart, genast, direkt, omgående, omedelbart under