Order στα ελληνικά
Μετάφραση: order, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προστάζω, εντολή, προσταγή, διατάζω, παραγγελίες, παραγγελιών, εντολές, εντολών, διαταγές
Μεταφράσεις
- orden στα ελληνικά - εντολή, προσταγή, στολισμός, παραγγέλλω, παραγγελία, λόγια, λέξεις, ...
- ordentlig στα ελληνικά - πρέπων, τακτοποιώ, αρκετός, εύσχημος, συγυρίζω, συγυρισμένος, ευπρεπής, ...
- ordination στα ελληνικά - παραγραφή, συνταγή, ιατρική συνταγή, συνταγής, συνταγογραφούμενα, συνταγών
- ordinera στα ελληνικά - διατάσσω, προβλέπω, ορίζω, συνταγογραφήσει, συνταγογραφούν, προδιαγράψει, ορίζουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Order στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προστάζω, εντολή, προσταγή, διατάζω, παραγγελίες, παραγγελιών, εντολές, εντολών, διαταγές
Μεταφράσεις: προστάζω, εντολή, προσταγή, διατάζω, παραγγελίες, παραγγελιών, εντολές, εντολών, διαταγές