På στα ελληνικά

Μετάφραση: på, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σε, προς, επί, κατά, για, σχετικά
På στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pärm στα ελληνικά - καλύπτω, συνδετικό, συνδετικό υλικό, συνδετικού υλικού, συνδετικό μέσο, δέσιμο φύλλων
  • päron στα ελληνικά - αχλάδι, απίδι, αχλάδια, τα αχλάδια, αχλαδιών, αχλαδιών που, των αχλαδιών
  • påbud στα ελληνικά - προσταγή, παραγγέλλω, θέσπισμα, παραγγελία, θεσπίζω, διάταγμα, εντολή, ...
  • påfallande στα ελληνικά - ευδιάκριτος, εξαιρετικός, διακεκριμένος, αξιοσημείωτος, διαπρεπής, καταφανής, κραυγαλέα, ...
Τυχαίες λέξεις
På στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σε, προς, επί, κατά, για, σχετικά