Publik στα ελληνικά
Μετάφραση: publik, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακροατήριο, κοινός, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
![Publik στα ελληνικά Publik στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-se-gr-4162.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- psykolog στα ελληνικά - ψυχολόγος, ψυχολόγο, Ο ψυχολόγος, Ψυχολόγου, Η ψυχολόγος
- psykologi στα ελληνικά - ψυχολογία, Ψυχολογίας, την ψυχολογία, η ψυχολογία, της ψυχολογίας
- puder στα ελληνικά - πασπαλίζω, πούδρα, σκόνη, σκόνης, σε σκόνη, κόνεως
- puls στα ελληνικά - παλμός, σφυγμός, παλμού, παλμό, παλμών
Τυχαίες λέξεις
Publik στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακροατήριο, κοινός, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
Μεταφράσεις: ακροατήριο, κοινός, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου