Ränna στα ελληνικά
Μετάφραση: ränna, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρείθρο, αυλακώνω, εντομή, αυλάκι, οχετός, αλεξίπτωτο, κεκλιμένου επιπέδου, κεκλιμένο επίπεδο, κεκλιμένου αγωγού, αγωγό πτώσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- räkning στα ελληνικά - αναφορά, σημασία, λογαριασμός, ράμφος, νομοσχέδιο, λογαριασμό, λογαριασμού, ...
- rämna στα ελληνικά - διχοτομία, μοιράζω, μοίρα, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διαίρεση, ...
- rännsten στα ελληνικά - οχετός, ρείθρο, υδρορροή, υδρορροής, μορφή υδρορροής, με μορφή υδρορροής, υδρορρόης
- ränsel στα ελληνικά - γραπτό, scrip, Σκριπ, δοπρ, ταγάρι
Τυχαίες λέξεις
Ränna στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρείθρο, αυλακώνω, εντομή, αυλάκι, οχετός, αλεξίπτωτο, κεκλιμένου επιπέδου, κεκλιμένο επίπεδο, κεκλιμένου αγωγού, αγωγό πτώσεως
Μεταφράσεις: ρείθρο, αυλακώνω, εντομή, αυλάκι, οχετός, αλεξίπτωτο, κεκλιμένου επιπέδου, κεκλιμένο επίπεδο, κεκλιμένου αγωγού, αγωγό πτώσεως